Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ρῶσος ϗ´ ψαλμωδία
Φιλάγιοι,
φιλόμουσοι,
ἀξιότιμοι
κυρίες καὶ κύριοι·
συγχωρέστε
μου τὴν περιαυτολογία ποὺ θὰ ἀκολουθήσει. Ἐλπίζω δὲν θὰ τὴν βρεῖτε πολὺ ἐνοχλητικὴ
ἢ ἀδικαιολόγητη ἢ ἐντελῶς ἀνάξια λόγου.
Πρόλογος·
γιὰ τὸν Ἅγιο φίλο
Πᾶνε
σχεδὸν 30 χρόνια... μιὰ παρέα ξεκινήσαμε ἡμερήσια ἐκδρομὴ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα γιὰ τὴ
Βόρεια Εὔβοια. Ὁ μόνος Εὐβοιώτης ἐγώ... ἤξερα τὰ κατατόπια. Στὸ Προκόπι τοὺς
λέω· «Παιδιά, ἐδῶ κατεβαίνουμε νὰ προσκυνήσουμε στὸν Ἁγιάννη». Κάποιοι ἀπὸ τὴν
παρέα πρώτη φορὰ στὸν Ἅγιο. Ὅλοι τους συγκινημένοι. Ἐγώ, ὁ οἰκεῖος, πιὸ ἄνετος ἀλλὰ
καὶ περιχαρὴς ταυτόχρονα γιὰ τὴν ἐμπειρία τῶν φίλων μου. Ἡ ἐκδρομὴ συνεχίστηκε
περίφημα βορειότερα.
Ἐπιστρέφοντας,
ἀργὰ τὸ ἀπόγευμα, ἔξω ξανὰ ἀπ᾽ τὸ Προκόπι, ἀκούγομαι καὶ πάλι νὰ λέω·
–
Παιδιά, στάση στὸν Ἁγιάννη.
–
Τί; Πάλι; Μὰ τὸ πρωὶ προσκυνήσαμε! διαμαρτύρονται.
Τοὺς
φαινότανε ὑπερβολὴ ποὺ θὰ ξαναπροσκυνούσαμε μέσα σὲ λίγες μόνο ὧρες. Ἀλλὰ σ᾽ ἐμένα
φαινόταν ἀδιανόητο νὰ περάσω ἀπ᾽ τὸ Προκόπι καὶ νὰ μὴν χαιρετήσω τὸν Ἅγιο, τὸν
φίλο. Γιατί, γιὰ τοὺς Εὐβοεῖς ὁ Ἅγιος εἶναι φίλος· ἕνας φίλος σὲ πολὺ ὑψηλὴ
θέση, ποὺ ὅλο τοῦ ζητᾶμε χάρες.
Μάλιστα, ὁ σπουδαῖος αὐτὸς φίλος, γιὰ τοὺς περισσότερους ἀπὸ μᾶς, εἶναι οἰκογενειακὸς φίλος. Τὸν γνωρίσαμε μέσα ἀπὸ τὶς προσευχὲς τῶν γονιῶν μας, μέσα ἀπὸ τὶς θαυμαστὲς διηγήσεις τοῦ ἄλλου μεγάλου φίλου του καὶ φίλου τοῦ Θεοῦ, Ἁγίου Ἰακώβου Τσαλίκη, μέσα ἀπὸ τὸ παιδικό μας ἀνάγνωσμα τοῦ καλογραμμένου Βίου του, ἐπιστασίᾳ Φωτίου Κόντογλου.
Σ᾽
ἐκεῖνον τὸν Βίο, τότε στὰ παιδικά μου χρόνια, ὡς ἐνθουσιώδης -γιὰ νὰ μὴν πῶ
φανατικός- ἀρχάριος μαθητὴς τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, προσπαθοῦσα νὰ διακρίνω τεκμήρια
τῆς ὅποιας σχέσης τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου μὲ τὴν ψαλμωδία. Παραθέτω τὠρα ἐδῶ τὰ εὑρήματα
τῆς ἀναζήτησης ἐκείνης:
Ὁ μακάριος Ἰωάννης εἶχεν ἐκεῖνον τὸν
σταῦλον ὡς ἀσκητήριον, καὶ ἐκεῖ ἐπορεύετο κατὰ τοὺς κανόνας τῶν Πατέρων, ἐπὶ ὥρας
γονυπετὴς καὶ προσευχόμενος, λαμβάνων ὀλίγον ὕπνον συμμαζευμένος ἐπάνω εἰς τὸ ἄχυρον,
χωρὶς ἄλλο σκέπασμα ἀπὸ μίαν παλαιὰν κάπαν, γευόμενος μὲ διάκρισιν, πολλάκις
μόνον ὀλίγον ἄρτον καὶ ὕδωρ νηστεύων τὰς περισσότερας ἡμέρας καὶ ψάλλων μὲ
χαμηλὴν φωνὴν τοὺς ψαλμοὺς τοῦ Δαυΐδ, τοὺς ὁποίους ἤξευρε νὰ τοὺς λέγῃ εἰς τὴν
Ρωσικὴν γλῶσσαν: «Ὁ κατοικῶν ἐν βοηθείᾳ τοῦ Ὑψίστου, ἐν σκέπῃ τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ
αὐλισθήσεται...». Ψαλμοὺς ἐσιγόψελνε καὶ τὴν ὥραν ὅπου ἀκολουθοῦσε ὀπίσω ἀπὸ τὸ
ἄλογο τοῦ ἀφεντός του, τὸν καιρὸν ὅπου ἐπεριδιάβαζε ἐκεῖνος μέσα εἰς τὴν χώραν,
καὶ τοῦτο τὸ ἔκαμνε κατὰ τὴν τάξιν τῶν ἱπποκόμων. ... Ὁ Ἅγιος ἱπποκόμος [του],
παρεκτὸς τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας ὅπου ἔκαμνε νυχθημερόν, μέσα εἰς ἐκεῖνον
τὸν σταῦλον, χειμῶνα καὶ θέρος, κειτόμενος ἐπὶ τῆς κόπρου, ὡς ἄλλος Ἰώβ, ἐπήγαινε
τὴν νύκτα καὶ ἔκαμνε ὄρθιος ἀγρυπνίας εἰς τὸν νάρθηκα τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου
Γεωργίου ... Ἐκεῖ ἐπήγαινε κρυφίως τὴν νύκτα, ἐκοινωνοῦσε δὲ κάθε Σάββατον τὰ ἄχραντα
μυστήρια.
«Οὐδὲν
γάρ, οὐδὲν οὕτως ἀνίστησι ψυχὴν, καὶ πτεροῖ, καὶ τῆς γῆς ἀπαλλάττει, καὶ τῶν τοῦ
σώματος ἀπολύει δεσμῶν, καὶ φιλοσοφεῖν ποιεῖ, καὶ πάντων καταγελᾶν τῶν βιωτικῶν,
ὡς ἡ ἀπὸ τῶν ψαλμῶν ἐμμέλεια, καὶ ῥυθμῷ συγκείμενον ᾆσμα».
«Τίποτα,
μὰ τίποτα, δὲν ἀνεβάζει ἔτσι τὴν ψυχή, δὲν τὶς δίνει φτερὰ καὶ δὲν τὴν ἀπογειώνει,
δὲν τὴν ξαλαφρώνει ἀπ᾽ τὰ δεσμὰ τοῦ σώματος καὶ δὲν τὴν κάνει νὰ φιλοσοφεῖ (ἀσκητεύει)
καὶ νὰ περιγελᾶ τὰ καθημερινά, ὅπως τὸ μελώδημα τῶν ψαλμῶν καὶ τὸ εὔρυθμο
ψάλσιμο».
Λέει
κι ἄλλα πολλὰ γιὰ τὴν ἀξία καὶ τὸν σκοπὸ τῆς ψαλμωδίας ὁ ἱερὸς Πατήρ· τέτοια καὶ
τόσα, πού, ἂν ἀπομονώσεις μερικά, νομίζεις ὅτι, ὅσοι μαθαίνουν ψαλτικά,
γίνονται αὐτόματα ἅγιοι. Φροντίζει, ὡστόσο, καὶ μᾶς προσγειώνει ἀπότομα, ἀναφερόμενος
στὴν βασικὴ προϋπόθεση γιὰ νὰ ἀληθεύει καὶ νὰ εὐδοκιμεῖ ἡ ψαλτικὴ ἐντρύφηση:
«Οὐ
γὰρ ὡραῖος ὕμνος ἐν στόματι ἁμαρτωλοῦ. Διὸ καὶ ὁ Παῦλος παραινεῖ λέγων· ᾌδοντες
ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν τῷ Κυρίῳ, μὴ ἁπλῶς τῷ στόματι, ἀλλὰ μετὰ προσοχῆς. Τοῦτο
γάρ ἐστι τῷ Θεῷ ᾄδειν· ἐκεῖνο δὲ τῷ ἀέρι διαχεῖται γὰρ ἁπλῶς ἡ φωνή»
«Δὲν εἶναι ὡραῖος ὁ ὕμνος στὸ στόμα τοῦ
ἁμαρτωλοῦ. Γιὰ αὐτὸ κι ὁ Παῦλος παραγγέλει λέγοντας· νὰ ψέλνετε στὸν Κύριο μέσα
στὶς καρδιές σας, ὄχι ἁπλῶς μὲ τὸ στόμα, ἀλλὰ μὲ προσοχή. Αὐτὸ σημαίνει νὰ
ψέλνεις [στὸν Θεό], ἀλλιῶς σκορπᾶς ἁπλῶς τὴ φωνή σου στὸν ἀέρα».
Ὁ
λόγος πάει εὐθέως στὴν ἠθικὴ κατάσταση τοῦ ψάλλοντος, ἀλλὰ τὸν σταματῶ ἐδῶ ὡς
πρὸς τὴν ἠθικὴ ἢ πνευματική του διάσταση, γιατὶ εἶμαι ἀναρμόδιος καὶ ἀνάξιος νὰ
μιλῶ γιὰ αὐτὸ τὸ θέμα. Μπορῶ, ὅμως, νὰ πιαστῶ ἀπὸ τὸ «μετὰ προσοχῆς» καὶ νὰ
μιλήσω πιὸ τεχνικὰ καὶ πρακτικά. «Μετὰ προσοχῆς» σημαίνει· μὲ συγκέντρωση καὶ ἐπιμέλεια
τοῦ ψάλλοντος ὥστε νὰ ἀναδειχθεῖ τὸ μέλος. Ὅπου μέλος, νοεῖται τὸ συναμφότερο
λόγου καὶ μουσικῆς, ὁ ἡδυσμένος λόγος τῆς λατρείας, τὰ μελοτονισμένα γράμματα τῆς
Ἐκκλησίας. Τὸ ἐγχείρημα δὲν εἶναι μικρό, οὔτε ἄσκεφτα ἀνισόρροπο καὶ ἑτεροβαρές
(δλδ νὰ ἀρκεῖ κάποιος νὰ λέει τὰ λόγια σωστὰ ἢ ἀπ᾽ τὴν ἄλλη νὰ ἔχει ἁπλῶς καλὴ
μελωδικὴ φωνή). Γιὰ νὰ γίνει, ἑπομένως, ἱκανὸς καὶ τέλειος ὁ ψάλτης «θέλει πολλὰς
ὑπομονάς, θέλει πολλὰς ἡμέρας» καὶ θέλει τὴν ἀπαραίτητη πάντοτε προσοχή.
Αὐτὴ
ἡ προσοχή (ἀπὸ τὸ πρός + ἔχω ἢ καὶ ἀλλιῶς ἀπὸ τὸ ἔχω + πρὸς) μᾶς φέρνει στὸν νοῦ
τὀ, «Ἔχομεν πρὸς τὸν Κύριον», ποὺ ἀπαντοῦμε στὴν προτροπὴ τοῦ ἱερέα, «Ἄνω σχῶμεν
τὰς καρδίας» κατὰ τὴν ἁγία Ἀναφορά. Ἰδοὺ λοιπόν, πῶς ἡ προσοχὴ γενικότερα, στὴν
Ψαλτικὴ εἰδικότερα, προϋποθέτει τὴν μετοχὴ τῆς καρδίας, ἡ ὁποία δὲν εἶναι ἁπλῶς
ἡ ἕδρα τῶν συναισθημάτων ἀλλὰ τὸ κέντρο τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως. Ἡ μετὰ προσοχῆς
ψαλμωδία, εἶναι ἄθλημα καρδιακό καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐπίπονο, καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ὑπερβατικό.
Ἡ
ψαλμωδία, ὅταν εἶναι πραγματικὰ καλή, προτοῦ περιηχηθεῖ στὰ τόξα καὶ τοὺς
θόλους τοῦ ναοῦ, δονεῖ ἐσωτερικὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ ψάλτη. Γιὰ τοῦτο, ἡ πραγμάτωσή
της δὲν ἀπαιτεῖ συγκεκριμένο τόπο καὶ χρόνο. Ἂς ἀκούσουμε πῶς τὸ λέει ὁ ἱερὸς
Χρυσόστομος καὶ ἂς φέρουμε πάλι στὸ νοῦ μας τὸν Ὅσιο Ἰωάννη τὸν Ρώσο νὰ ἀκολουθεῖ
πεζός, σιγανοψέλνοντας, τὸν ἔφιππο ἀφέντη του:
«Οὐ
χρεία τόπου, οὐ χρεία χρόνου, ἀλλὰ καὶ ἐν παντὶ τόπῳ, καὶ ἐν παντὶ καιρῷ ἔξεστι
ψάλλειν κατὰ διάνοιαν. Κἂν ἐν ἀγορᾷ βαδίζῃς, κἂν ἐν ὁδοῖς ᾖς, κἂν φίλοις
συνεδρεύῃς, ἔξεστι διεγεῖραι τὴν ψυχήν, ἔξεστι σιγῶντα βοᾶν. ... Ἔξεστι γὰρ καὶ
χωρὶς φωνῆς ψάλλειν, τῆς διανοίας ἔνδον ἠχούσης».
«Δὲν ἔχεις ἀνάγκη συγκεκριμένο τόπο, οὔτε
συγκεκριμένο χρόνο, ἀλλὰ σὲ κάθε τόπο καὶ καιρὸ μπορεῖς νὰ ψέλνεις μὲ τὸν νοῦ
σου. Καὶ σὰν βαδίζεις στὴν ἀγορά, κι ὅταν στοὺς δρόμους τριγυρνᾶς, καὶ ἂν μὲ
φίλους βρίσκεσαι παρέα, μπορεῖς νὰ σηκώνεις τὴν ψυχή σου καὶ σιγώντας νὰ
μεγαλοφωνάζεις. ... Μπορεῖς λοιπόν καὶ δίχως φωνὴ νὰ ψάλλεις, ὅταν ἠχεῖ μέσα
σου ἡ διάνοια».
Δὲν
κάνω πὼς δὲν καταλαβαίνω ὅτι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μιλάει ἐδῶ γιὰ κατάσταση
πνευματικὴ καὶ γιὰ τὴν προσομιλία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ἐξάλλου, τὸ λέει σαφῶς
ἀμέσως παρακάτω: «Οὐ γὰρ ἀνθρώπῳ ψάλλομεν, ἀλλὰ Θεῷ τῷ δυναμένῳ καὶ καρδίας ἀκοῦσαι,
καὶ εἰς τὰ ἀπόῤῥητα τῆς διανοίας ἡμῶν εἰσελθεῖν». Ὡστόσο, ἐπισημαίνω ὅτι καὶ
τεχνικὰ - μουσικὰ ἰσχύει, ὅτι ἠχεῖ (άκούγεται) ἐντός μας ἡ διάνοια.
Ἡ
διάνοια δὲν εἶναι ἡ καρδία. Συστρατεύεται μ᾽ αὐτὴν στὸν ἀγῶνα τῆς θέωσης, ἀλλὰ ἡ
διάνοια, ὡς ἰχνηλάτης τῶν νοημάτων καὶ τῶν λογισμῶν, ὁπωσδήποτε προηγεῖται, ἀκόμα
κι ἂν δὲν ἔχει καταφέρει νὰ πείσει τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδία νὰ ἀκολουθήσουν
πραγματικά. Παρότι, δηλαδή, ἡ συμβολὴ τῆς διάνοιας δὲν μπορεῖ ἀπὸ μόνη της νὰ
φέρει ἀποτέλεσμα εἶναι πάντως ἀπαραίτητη. Ἔτσι, γιὰ νὰ κατορθώσει κάποιος νὰ
ψάλει μὲ τὴν καρδιά του πρέπει πρωτίστως νὰ μελετήσει διανοητικά, πειθαρχῶντας
στὸν βυζαντινὸ δάσκαλο τοῦ 15ου αἰώνα, Μανουὴλ Χρυσάφη, ποὺ
παραγγέλει: «Μὴ νόμιζε ἁπλῆν εἶναι τὴν Ψαλτικήν, ἀλλὰ ποικίλην τε καὶ πολυσχιδῆ».
Δὲν
φτάνει ἡ ἀποψινὴ βραδιὰ ὁλόκληρη γιὰ νὰ λεπτολογήσουμε στὰ πολλὰ καὶ ποικίλα εἴδη
τῆς ψαλτικῆς μελοποιίας καὶ στὸ πόσο διαφέρουν μεταξύ τους καὶ πόση μελέτη ἀπαιτοῦν
ἀπὸ τὸν ψάλτη. Ἂς δοῦμε ἐνδεικτικὰ στὸ Πρόγραμμα τὰ εἴδη τῶν ψαλμάτων ποὺ
θὰ ἀκούσουμε τὠρα σὲ λίγο: • Ἀπολυτίκιο, • Δοξαστικὸ στιχηρὸ ἰδιόμελο, • Εἱρμοὶ
καὶ Τροπάρια Ὠδῶν Κανόνων, • Στιχηρὰ Προσόμοια, • Μάθημα, • Μεγαλυνάριο. Καὶ
ἂς παρατηρήσουμε τὴν ὥρα ποὺ θὰ ψέλνονται πόσο διαφέρουν μεταξύ τους. Γιατί δὲν
εἶναι καθόλου ἴδια... «ὅλα μοιάζουν ἴδια ἂν δὲν τ᾽ ἀγαπᾶς» λέει τὸ τραγούδι. Ὅσοι
ἀγαπᾶμε τὴν παράδοση καὶ τὰ ἔργα πολιτισμοῦ αὐτοῦ τοῦ τόπου, ἂς ἐνδιαφερθοῦμε νὰ
καταλάβουμε πόσο διαφέρουν μεταξύ τους τὰ διάφορα ψάλματα:
• κατὰ τὴν μορφὴ τοῦ ποιητικοῦ κειμένου (ἄλλα εἶναι
μονόστροφα, ἄλλα πολύστροφα, ἄλλα ἐκτενῆ, ἄλλα μικρά, ἄλλα ἔμμετρα, ἄλλα ἐλεύθερα,
ἄλλα -τὰ τεριρέμ- μὲ ἄσημες συλλαβές),
• κατὰ τὴν ὑφὴ τῆς μελωδίας (ἄλλα εἶναι σύντομα συλλαβικά, ἄλλα
ἀργοσύντομα μὲ δυὸ χτύπους ἀνὰ συλλαβή, ἄλλα πλατειὰ μελισματικά),
• κατὰ τοὺς ρυθμοὺς καὶ τὰ μέτρα (ἄλλα ποικίλα, ἄλλα
σταθερά),
• κατὰ τὴν χρονικὴ ἀγωγὴ (ἄλλα γοργὰ κι εὐκίνητα, ἄλλα
μέτρια βηματικά, ἄλλα ἀργὰ καὶ νωχελικά),
• κατὰ τοὺς ἤχους καὶ τὰ διαστήματα (ἄλλα διατονικά, ἄλλα ἐναρμόνια,
ἄλλα χρωματικά),
• κατὰ τὰ ἤθη (ἄλλα συσταλτικά, ἄλλα διασταλτικά, ἄλλα ἡσυχαστικά).
Ἡ
θεμελιώδης διανοητικὴ προσέγγιση τῆς ψαλμωδίας, δηλαδὴ ἡ ἔμπονος μελέτη καὶ ἡ
συνεπὴς ἐπιτέλεσή της, ἀπὸ μόνη της πολλὲς φορὲς καρποφορεῖ πνευματικά, γιατὶ εἶναι
κι αὐτὴ μιὰ μορφὴ ἄσκησης καὶ ἀποδιώχνει τὰ πάθη ποὺ φωλιάζουν στὴν ἀνθρώπινη
καρδιά. Ἂς δοῦμε νοερὰ τὸν Ὅσιο Ἰωάννη πῶς κάθε βράδυ σχεδὸν στὸν νάρθηκα τοῦ ἉηΓιώργη
όρθοστάδην νικᾶ μὲ τὸν ὕμνο τὸν ὕπνο. Τὸ λογοπαίγνιο δανείζομαι ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο
Γαβάλων Σεβηριανό, ποὺ καταπληκτικὰ περιγράφει μιὰ ψαλτὴ ἀγρυπνία: «ἀπὸ ἑσπέρας
μέχρι τῆς δεῦρο ἑστήκασιν ἄνθρωποι καὶ ὕμνοις τὸν ὕπνον ἐνίκησαν· καὶ ἡ χάρις ἐδείκνυτο
καὶ ἡ φύσις οὐκ ἠλέγχετο» (PG 65, 25). Τὴν παθοκτόνο δύναμη τῆς ψαλμωδίας ἐπιβεβαιώνει
κι ὁ Χρυσόστομος Ἰωάννης:
Ψαλλέτω
τοίνυν τὸ στόμα, καὶ παιδευέσθω ὁ νοῦς· οὐκ ἔστιν οὐδ᾿ αὐτὸ τοῦτο μικρόν. Ὅταν γὰρ
μὴ φθονεῖν ἐᾷ, μὴ λυπεῖσθαι καὶ ἀθυμεῖν ἀκαίρως, μήτε ἡγεῖσθαί τι πλοῦτον, μὴ θλίψιν,
μὴ πενίαν, μηδὲ αὐτὴν τὴν ζωὴν νομίζειν τι εἶναι, πάντων σε ἀπαλλάττει τῶν παθῶν.
Ἄλλως τε δὲ, ἐὰν παιδεύσωμεν τὴν γλῶτταν ψάλλειν, αἰσχυνθήσεται ἡ ψυχὴ ταύτης ψαλλούσης
τἀναντία βουλομένη.
Ἂς ψάλλει τὸ στόμα, λοιπόν, καὶ ἂς ἐκπαιδεύεται
ὁ νοῦς· δὲν εἶναι μικρὸ τοῦτο τὸ πρᾶγμα. Γιατί, ὅταν ἡ ψαλμωδία δὲν σ᾽ ἀφήνει νὰ
φθονεῖς, οὔτε να λυπᾶσαι καὶ νὰ ἀθυμεῖς παράκαιρα, οὔτε τὸν πλοῦτο νὰ ὑπολογίζεις,
οὔτε τὴν θλίψη, οὔτε τὴν φτώχεια, οὔτε τὴν ἴδια τὴ ζωὴ νὰ νομίζεις ὅτι κάτι εἶναι,
τότε ἀπ᾽τὰ πάθη ὅλα σ᾽ ἀπαλλάσσει. Ἄλλως τε ἂν ἐκπαιδεύσουμε τὴν γλῶσσα νὰ ψάλλει,
ὅσο ἐκείνη ψάλλει, θὰ ντραπεῖ ἡ ψυχὴ νὰ θέλει τὰ ἐνάντια.
Ἀπὸ
τὰ παραπάνω εὔκολα προκύπτει τὸ συμπέρασμα· σ᾽ ἕνα Χορὸ Ψαλτῶν, σ᾽ ἕνα ἐργαστήρι
ψαλτικό, σμιλεύονται «ἐν ψαλμοῖς» ὄχι μόνο φωνές, μὰ κυρίως ψυχές. Διάβασα στὸ
καλαίσθητο Πρόγραμμα, ποὺ κρατάτε καὶ σεῖς τώρα στὰ χέρια σας, τὸ ἱστορικὸ
τοῦ Χοροῦ, ποὺ θ᾽ ἀπολαύσουμε σὲ λίγο, καὶ μειδίασα ἐκεῖ ποὺ λέει, ὅτι ὁ χορὸς
αὐτὸς συγκροτήθηκε ἀπὸ μιὰ παρέα -φίλων ἐννοεῖται- ψαλτῶν. Δὲν μειδίασα σκωπτικὰ
ἐκλαμβάνοντας τὴν διατύπωση ὡς κούφια καλολογία. Τὸ ἀντίθετο· μειδίασα μὲ ἱκανοποίηση
σὰν ν᾽ ἀπαντήθηκε καταφατικὰ ἐκεῖνο τό· «δὲν μπορεῖ, θὰ τὸ νιώσανε κι ἄλλοι».
Στὴν
πραγματικότητα, πάντως, κάθε ἀληθινὸς Χορὸς Ψαλτῶν εἶναι μιὰ συναγωγὴ φίλων
γιατὶ ὅπως διαβεβαιώνει ὁ Μέγας Βασίλειος ἡ ψαλμωδία εἶναι «φιλίας συναγωγός, ἕνωσις διεστώτων,
ἐχθραινόντων διαλλακτήριον. Τίς γὰρ ἔτι ἐχθρὸν ἡγεῖσθαι δύναται,
μεθ' οὗ μίαν ἀφῆκεν πρὸς Θεὸν τὴν φωνήν; Ὥστε καὶ τὸ μέγιστον τῶν ἀγαθῶν,
τὴν ἀγάπην, ἡ ψαλμωδία παρέχεται».
Αὐτὴ
ἡ ἀγάπη τῶν φίλων μας τοῦ Χοροῦ Ψαλτῶν «Ἐν Ψαλμοῖς» μᾶς συγκέντρωσε ἀπόψε ἐδῶ, σ᾽
αὐτὴν τὴν περίλαμπρη καὶ ἱστορικὴ Αἴθουσα τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου «Παρνασσός»,
ὅπου ἐντέχνως τιμοῦν τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ρῶσο. Τοὺς εὐχαριστοῦμε. Καὶ προσωπικὰ
τοὺς εὐχαριστῶ γιὰ τὴν ἐξαιρετικὴ τιμὴ νὰ μοῦ ἀναθέσουν νὰ μιλήσω στὴν σύναξή μας
αὐτὴ γιὰ τὴν Τέχνη μας καὶ τὸν Ἅγιό μας. Εὐχαριστῶ καὶ σᾶς γιὰ τὴν ὑπομονὴ καὶ ἀνοχή
σας ν᾽ ἀκούσετε τὸ ἄτεχνο ἀδολέσχημά μου καὶ σπεύδω νὰ παραμερίσω γιὰ
ν᾽ Ἀστράψει ὡς Ἥλιος, ἡ ψαλμωδία ἡ ἔντεχνη
καὶ νὰ καταυγάσει τὶς ἀκοὲς καὶ τὶς ψυχές,
τῶν φιλαγίων φιλόμουσων
Καλὴ ἀκρόαση!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλιο Ιστολογίου
Οι απόψεις που εκφράζονται, απηχούν την προσωπική γνώμη του εκάστοτε γράφοντος.
Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.
Σχόλια που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.
Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ. Για τον λόγο αυτό ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση για να αποφευχθούν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς διότι οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.
Ανώνυμα σχόλια ή σχόλια με ψευδώνυμο ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.