Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Τελετουργικά Θέματα (κ΄) Οι υπέρ των κατηχουμένων δεήσεις της Θείας Λειτουργίας (του Γεωργίου Ζαραβέλα)

Οι υπέρ των κατηχουμένων δεήσεις της Θείας Λειτουργίας
Γεωργίου Ζαραβέλα
Λειτουργιολόγου
Καθηγητού Θεολόγου
Α΄ Αρσακείου Γυμνασίου Ψυχικού

Βαπτιστήριο Παναγίας Εκατονταπυλιανής Πάρου
Ο θεσμός των κατηχουμένων συνιστά μία από τις πλέον δυναμικές ομάδες της αρχαίας Εκκλησίας. Με τον όρο κατηχούμενοι εννοείται το σύνολο των ανθρώπων, οι οποίοι ελκύονται από τη χριστιανική πίστη και επιθυμούν να καταστούν μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Για να επιτευχθεί, όμως, η πλήρης ένταξή τους στο ευχαριστιακό σώμα, απαιτείται μία περίοδος δοκιμασίας, μεταξύ δύο και τριών ετών, κατά την οποία διδάσκονται, αφενός, τις βασικές αρχές της νέας πίστης τους και αποδεικνύουν, αφετέρου, ότι αξίζουν να ενταχθούν σε αυτή, με ταυτόχρονη απομάκρυνση από τις προτεραίες θρησκευτικές και προσωπικές συνήθειές τους. Η περίοδος της κατήχησης μπορούσε να βραχυνθεί, εφόσον συνέτρεχαν ειδικοί λόγοι, όπως ασθένεια ή σοβαρός κίνδυνος.

Ο συγκεκριμένος θεσμός ήταν αυτονόητος για την πρώτη Εκκλησία, αφού δεν μπορούσε να εννοηθεί ένταξη μέλους στην Εκκλησία, χωρίς να γνωρίζει την πίστη του. Η ύπαρξη των κατηχουμένων ευνοείτο και από τη συνήθεια βάπτισης των Χριστιανών σε μεγάλη ηλικία, κατά την παράδοση περί το τριακοστό έτος της ηλικίας τους, σύμφωνα με το πρότυπο του ιδίου του Κυρίου. Η παιδική θνησιμότητα και άλλοι παράγοντες, όμως, οδήγησαν την Εκκλησία στην υιοθέτηση του νηπιοβαπτισμού. Η βάπτιση των νηπίων δεν άφηνε πλέον χώρο για την ανάπτυξη του θεσμού των κατηχουμένων, με αποτέλεσμα η ομάδα αυτή να εκλείψει σταδιακά και να μην υπάρχει διακριτά.

Η εξάλειψη του συνόλου των κατηχουμένων οδήγησε πολλούς από τους ιερείς στην αυθαίρετη απάλειψη και των σχετικών διατάξεων της Θείας Λειτουργίας. Οι δεήσεις και η ευχή υπέρ των κατηχουμένων αδελφών αναπέμπονται από τον λειτουργό μετά την ανάγνωση των αγιογραφικών περικοπών και την εκτενή και πριν από τις ευχές υπέρ των πιστών και το χερουβικό ύμνο, όσον αφορά του λειτουργικούς τύπους του ιερού Χρυσοστόμου και του Μεγάλου Βασιλείου. Συγκεκριμένα, πρώτα εκφωνούνται από τον διάκονο οι δεήσεις υπέρ των κατηχουμένων. Σε αυτές καλούνται οι κατηχούμενοι να προσευχηθούν στον Κύριο, αλλά και όλα τα μέλη της Εκκλησίας να προσευχηθούν για εκείνους, ώστε ο Κύριος να τους ελεήσει, να τους κατηχήσει τον λόγο της αλήθειας, να τους αποκαλύψει το ευαγγέλιο της δικαιοσύνης, να τους καταστήσει μέλη της καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, να τους σώσει, ελεήσει, αναλάβει και διαφυλάξει με τη χάρη Του.

Οι κατηχούμενοι, μετά τις δεήσεις, καλούνται να κλίνουν τα κεφάλια τους, ενόσω ο ιερέας αναγιγνώσκει την υπέρ εκείνων ευχή « Κύριε ο Θεός ημών», στην οποία αιτείται την μελλοντική βάπτισή τους, την άφεση των αμαρτιών τους και την ένταξή τους στο σώμα της Εκκλησίας, ώστε μαζί με τους πιστούς να δοξάζουν το Θεό. Ο διάκονος, με την ολοκλήρωση της ευχής, καλεί τους κατηχούμενους να προέλθουν, δηλαδή να αναχωρήσουν από το ναό και να μην παραμείνει εντός αυτού κανείς τους, παρά μόνο οι πιστοί, δηλαδή τα βαπτισμένα, ενεργά μέλη της Εκκλησίας. 

Αντίστοιχες περί κατηχουμένων δεήσεις απαντώνται και στους αρχαίους τύπους της θείας Λειτουργίας. Στη λειτουργία Ιακώβου του Αδελφοθέου δεν σώζεται ευχή, αλλά κλήση του διακόνου να μην παραμείνει στο ναό κανένας κατηχούμενος, χαρακτηρίζοντάς τους ως αμύητους και μη δυνάμενους να δεηθούν μαζί με τα ενεργά μέλη της σύναξης, ενώ ακολουθεί η διάταξη της προσκομιδής. Στην προηγιασμένη Θεία Λειτουργία του ιδίου αγίου, υπάρχει και η εντολή να κλείσει η θύρα του ναού. Παρόμοια και στη Θεία Λειτουργία του Αποστόλου Μάρκου ο διάκονος καλεί τη σύναξη να μην παραμείνει κανένας κατηχούμενος («Βλέπετε μή τις τῶν κατηχουμένων»), ενώ ακολουθεί άμεσα ο χερουβικός ύμνος. 

Η Θεία Λειτουργία των Αποστολικών Διαταγών μαρτυρά εκτός από τους κατηχούμενους και το θεσμό των ακροωμένων, ίσως την αρχαιότερη μορφή των πρώτων. Αυτοί ήταν ιουδαίοι ή εθνικοί, οι οποίοι συμπαθούσαν τη χριστιανική πίστη και ενδιαφέρονταν για την ακρόαση της διδασκαλίας της. Οι ακροώμενοι παρακολουθούσαν το πρώτο μέρος της θείας Λειτουργίας έως τα αναγνώσματα και το κήρυγμα και απολύονταν άμεσα από τη σύναξη με τη διακονική εκφώνηση «Μή τις τῶν ἀκροωμένων· μή τις τῶν ἀπίστων», αφού δεν ήταν ούτε κατηχούμενοι. 

Η απόλυση των ακροωμένων ακολουθείται από τις δεήσεις υπέρ των κατηχουμένων, οι οποίες είναι εκτενείς και αναλυτικές, με βασικά αιτήματα τη διαφύλαξή τους, την άφεση των αμαρτιών τους και την επικείμενη ένταξή τους στην Εκκλησία. Ο διάκονος καλεί, έπειτα, τους κατηχούμενους να εγερθούν, ώστε να αναπεμφθεί από τον ιερέα η ευχή υπέρ αυτών, μετά την οποία καλούνται να αποχωρήσουν από το ναό. 

Η εκτενέστερη μορφή των σχετικών δεήσεων απαντάται στην ακολουθία των Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων, η οποία τελείται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Πριν από τη Μεγάλη Είσοδο του συγκεκριμένου λειτουργικού τύπου εκφωνούνται οι γνωστές από την ιωάννεια ή βασιλειανή Θεία Λειτουργία δεήσεις. Από την Δ’ Εβδομάδα των Νηστειών, όμως, έως και την τελευταία προηγιασμένη της Μεγάλης Τετάρτης εκφωνούνται και τα λεγόμενα «διπλοκατηχούμενα». Τα τελευταία συνιστούν επιπλέον δεήσεις υπέρ της ενίσχυσης και του φωτισμού της μερίδας των κατηχουμένων, οι οποίοι προετοιμάζονταν να λάβουν το Βάπτισμα τη βραδιά της λαμπροφόρου Αναστάσεως, κατά τη διάρκεια της ολονύκτιας ακολουθίας. 

Η αρχαία Εκκλησία είχε επιλέξει συγκεκριμένες ημέρες, κατά τις οποίες γινόταν ομαδικά το βάπτισμα των νέων μελών της, όπως οι εορτές των Χριστουγέννων, Θεοφανείων, Πάσχα και Πεντηκοστής, κατάλοιπο του οποίου αποτελεί η αντικατάσταση του τρισαγίου ύμνου από το «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε». Με την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού, τη σταδιακή χαλάρωση του δεσμού των πιστών της κοινότητας και την αποσύνδεση του μυστηρίου του Βαπτίσματος από τη Θεία Ευχαριστία, η αρχαία βαπτισματική πρακτική ατόνησε.

Η επικράτηση του νηπιοβαπτισμού επέφερε και την εξάλειψη του θεσμού των κατηχουμένων, αφού, πλέον, ως κατηχούμενοι νοούνται τα βρέφη των χριστιανών, μελών της Εκκλησίας. Η αρχική αυστηρότητα της μετοχής στη Θεία Ευχαριστία αποκλειστικά και μόνο των προετοιμασμένων να μεταλάβουν πιστών, με την ταυτόχρονη έξοδο των κατηχουμένων πριν τη Μεγάλη Είσοδο και των πιστών που είχαν αμαρτήσει ή γενικά δεν ήταν σε θέση να μεταλάβουν μετά την εκφώνηση «Τας θύρας, τας θύρας, εν σοφία πρόσχωμεν» δεν υπάρχει πλέον. Η παρουσία ανθρώπων αδιακρίτως στο μυστήριο, αλλά και η εποπτική μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από τα ραδιοτηλεοπτικά και διαδικτυακά μέσα συγχέει ακόμη περισσότερο τη διάκριση των πιστών, από τα μη ενεργά μέλη της Εκκλησίας.

Η διδακτική διάσταση του θεσμού των κατηχουμένων δεν υφίσταται πια, με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειονότητα των χριστιανών να μην γνωρίζει τις βασικές αρχές της χριστιανικής πίστης, τηρώντας έως και αδιάφορη ή πολεμική στάση έναντι της Εκκλησίας. Η τελευταία διαπίστωση καθιστά επιτακτική την ανάγκη της εκφώνησης των δεήσεων υπέρ των κατηχουμένων, αφού η άλλοτε εμπεριστατωμένη, αυστηρή και ακριβής επιλογή των μελών της Εκκλησίας αντικαταστάθηκε από έναν τύπο χαλαρής σχέσης με την πίστη, ως απότοκο του βαπτίσματος σε μικρή ηλικία. 

Η έλλειψη κατήχησης των χριστιανών είναι δεδομένη. Ο νηπιοβαπτισμός θα έπρεπε να ακολουθείται από τη διδαχή του νηπίου, ρόλος που αναλογεί στον ανάδοχο του παιδιού. Η συχνή επιλογή αναδόχων με ατελείς ή μηδενικές γνώσεις περί την πίστη δεν βοηθούν στην κατήχηση των νέων μελών της Εκκλησίας, πολύ περισσότερο όταν ο επιλεχθείς ως ανάδοχος υποστηρίζει αντιεκκλησιαστικές θέσεις και καταστάσεις, για τη στήριξη των οποίων έρχεται σε αντίθεση με τα θέσμια της Εκκλησίας και τις κανονικές προϋποθέσεις της αναδοχής του νηπίου, δημιουργώντας, παράλληλα, άδικο θόρυβο και εσφαλμένες εντυπώσεις.

Η επιλογή πολλών κληρικών να αγνοούν παντελώς τα κατηχούμενα ή να τα λέγουν χαμηλόφωνα νωρίτερα, όπως για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του αποστολικού αναγνώσματος, δεν είναι σωστή, αφού: α) αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα κάθε λειτουργικού τύπου, ακόμα και του πλέον αρχέγονου, β) η προσευχή υπέρ των κατηχουμένων δεν είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με την υπέρ των πιστών προσευχή και γ) ο θεσμός των κατηχουμένων μπορεί να μην εμφανίζεται πλέον ως συγκεκριμένη τάξη του σώματος, αλλά η πλειονότητα των πιστών είναι παντελώς ή ελλιπώς ακατήχητη. Η προσευχή είναι σωτήρια και οφείλει να αναπέμπεται στον Κύριο για κάθε ζώσα ύπαρξη, δεδομένης της σύγχυσης που επικρατεί στη σύγχρονη κοινωνία και της εκκλησιαστικής αμάθειας πολλών μελών της σύναξης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλιο Ιστολογίου

Οι απόψεις που εκφράζονται, απηχούν την προσωπική γνώμη του εκάστοτε γράφοντος.

Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.

Σχόλια που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.

Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ. Για τον λόγο αυτό ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση για να αποφευχθούν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς διότι οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.

Ανώνυμα σχόλια ή σχόλια με ψευδώνυμο ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.