Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

Η Εκκλησιαστική Μουσική Παραδοση και η Σύγχρονη Μελουργική παραγωγή (θέσεις και αντιθέσεις)

Κων/νου Παπαχριστοδούλου
Θεολόγου, Δασκάλου Ψαλτικής Τέχνης
πρ. Προέδρου Πανελληνίου Συνδέσμου Ιεροψαλτών

«Και δέομαι υμών εν Χριστώ συντηρείσθαι ταύτην την τάξιν μέχρι παντός ως σπινθήρα τινά θείον μένειν εν υμίν την παράδοσιν των Πατέρων. Ην και ημείς βουλόμεθα ασινή τηρείσθαι και μένειν»[1]

Με αυτά τα λόγια ο Συμεών, Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, μέγας λειτουργιολόγος  του 14ου αιώνος, καθορίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η Εκκλησία όσον αφορά την ιερά Παράδοση και ιδιαίτερα την «τάξιν».  Τις ακολουθίες δηλαδή  που τελούνται στον ιερό Ναό καθώς και την υμνωδία που ψάλλεται σ’ αυτές.

Η λέξη Παράδοση στον εκκλησιαστικό χώρο έχει ιδιαίτερη βαρύτητα επειδή πάντοτε συνδέεται με το θεόπνευστο έργο Αγίων Πατέρων, και μαρτυρικών μορφών της πίστεώς  μας. Η λειτουργική παράδοση βρίσκεται σε εξέλιξη από τους αποστολικούς ακόμη χρόνους. Παράλληλα με την εξέλιξή όμως της λειτουργικής πράξης της Εκκλησίας βρίσκεται και η πορεία της μουσικής μας παραδόσεως. Ήδη χρησιμοποιήσαμε  τη λέξη «εξέλιξη». Αυτή και μόνο  προσδιορίζει την δυναμική πορεία της παράδοσης μέσα στους αιώνες. Η παράδοση δεν είναι κάτι το στατικό και άκαμπτο αλλά εξελίσσεται ανάλογα με τις απαιτήσεις των καιρών χωρίς  όμως να διαγράφει τα στοιχεία εκείνα που θα την απέκοπταν από τη ρίζα των πατέρων  μας.
Η  Εκκλησιαστική  μας μουσική δεν θα μπορούσε παρά να ακολουθεί την διαμόρφωση της λειτουργικής.  Από την απλή ψαλμώδηση των πρώτων απλοϊκών χριστιανικών ύμνων κατά τους 4 πρώτους  αιώνες περάσαμε στην 8ηχία του Δαμασκηνού  (7ος- 8ος αι.) και την εξέλιξη του υμνολογικού είδους  του Κανόνος. Ακολουθεί η περίοδος των μεγάλων μαϊστόρων του 12ου αι. (Ι. Κουκουζέλης) και καταλήγουμε στη χρυσή  εποχή για τα μουσικά μας πράγματα μετά την άλωση και μέχρι τον Πέτρο Λαμπαδάριο και τον Ιάκωβο Πρωτοψάλτη. Η μεγάλη τομή στην εκκλησιαστική Βυζαντινή  Μουσική όμως έγινε με την μεταρύθμιση των 3 διδασκάλων Χουρμουζίου, Χρυσάνθου και Γρηγορίου. Εάν ανατρέξει κανείς στην μελουργική παραγωγή όλων αυτών των αιώνων θα διαπιστώσει ότι ο όγκος των συνθέσεων ήταν τεράστιος. Η ποικιλία των μαθημάτων εξαιρετική και  τα είδη των μελουργημάτων άφθονα και κάθε επιπέδου.
Η συνήθης  ένσταση που προβάλουν σήμερα πολλοί εκ του χώρου της ψαλτικής είναι ότι δεν χρειάζονται νέες συνθέσεις καθότι οι παλαιές είναι ήδη αρκετές, εξαιρετικές σε ποιότητα, δοκιμασμένες και τέλος πάντων, κάθε απόπειρα νέας μελουργικής παραγωγής αποτελεί ασέβεια προς την παράδοση.
Οι οπαδοί αυτής της θέσεως αγνοούν προφανώς την ιστορική εξέλιξη των μουσικών πραγμάτων. Με αυτό το σκεπτικό θα έπρεπε να ψάλλουμε σήμερα όπως έψαλλαν τουλάχιστον κατά το 12ο αιώνα όταν ολοκληρώνεται η υμνογραφία και αποκρυσταλλώνονται οι ακολουθίες του εορτολογίου. Το σίγουρο όμως είναι ότι σήμερα δεν ψάλλουμε όπως τότε αλλά ούτε όπως έψαλλαν κατά τον 14ο αιώνα ούτε κατά τον 16ο  κ.ο.κ. Και αυτό οφείλεται τόσο στις λειτουργικές ανανεώσεις που προέβη –πολύ σοφά- η Εκκλησία[2] όσο και στην παραγωγή νέων μουσικών τύπων και φορμών. (Αργές Καταβασίες, Καλοφωνικοί Ειρμοί, Πολυέλεοι κλπ). Είναι δε θεμιτό και λογικό σε μέλη που υπάρχει η δυνατότητα και η σχετική ελευθερία όπως  είναι οι Πολυέλεοι να υπάρχει πλήθος συνθέσεων. Πώς όμως θα δικαιολογούσαμε τα εκατοντάδες χερουβικά και Κοινωνικά; Ένας τύπος  και μια μουσική φόρμα και γραμμή δεν θα αρκούσε για να γίνει μια ακολουθία; προφανώς γίνεται σε όλους  κατανοητό ότι η ανθρώπινη έμπνευση δεν μπορεί να περιοριστεί πόσο μάλλον να αποκλεισθεί.
Μέσα στο διάβα των αιώνων υπήρξε όχι μόνο εξέλιξη στα υμνολογικά είδη αλλά και στις μουσικές γραμμές. Φτάνουμε έτσι στην κορύφωση των μελισματικών αργών μουσικών γραμμών της παπαδικής και του αργού στιχηραρίου. Ο κάθε εμπνευσμένος μελουργός έβαζε την προσωπική του σφραγίδα ακολουθώντας όμως- πάντα από σεβασμό- τις φόρμες που είχε κληρονομήσει από τους δασκάλους  του. Σ’ αυτό το σημείο νομίζουμε ότι πρέπει να αναφερθούμε σε 2 βασικούς όρους: τις «συντμήσεις» και τον «καλλωπισμό» των μουσικών μελών. Αποτελούν και οι δύο συνηθισμένες πρακτικές των μεγάλων διδασκάλων με τις οποίες έκαναν σοφές και διακριτικές παρεμβάσεις σε βυζαντινά μαθήματα. Έτσι προέβαιναν σε συντμήσεις-συντομεύσεις εκτενών μουσικών συνθέσεων κι αυτό διότι οι τρέχουσες τελετουργικές και λειτουργικές συνθήκες δεν επέτρεπαν την παρακολούθηση πολύ μεγάλων σε έκταση μαθημάτων. Άλλοτε-και αυτό ήταν επίσης σύνηθες- προέβαιναν σε καλλωπισμούς μελωδικών γραμμών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και η Καλοφωνική μελοποιία.
Όπως έχει γίνει μέχρι τώρα αντιληπτό η συνθετική δραστηριότητα στο χώρο της Εκκλησιαστικής Βυζαντινής μουσικής αποτελεί μια αέναη δραστηριότητα. Ποιο  είναι όμως το αλάνθαστο κριτήριο που καθιστά μία νέα μελουργική σύνθεση λειτουργική και πολλές φορές δημοφιλή μεταξύ των ψαλτών; Πρόκειται για το αλάνθαστο λαϊκό κριτήριο, την ψαλτική οικογένεια και τέλος τους εκκλησιαστικούς παράγοντες. Είναι γεγονός ότι ειδικά σήμερα υπάρχει πληθώρα συνθέσεων που ικανοποιούν όλα τα γούστα. Συνθέσεις που χρησιμοποιούν κλασικές θέσεις  αλλά και συνθέσεις πρωτότυπες  που μπορεί να ξενίσουν τα αυτιά του ψαλτικού κόσμου. Ακόμη και όταν μεγάλοι διδάσκαλοι και Πρωτοψάλτες παρουσίασαν τις μελουργικές τους συνθέσεις το ψαλτικό και λαϊκό κριτήριο ξεχώρισε ελάχιστες και ακόμα λιγότερες που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως κλασικές. Έτσι, από τον Θ. Φωκαέα  κλασικά έμειναν τα χερουβικά του, από τον Χουρμούζιο οι αργές Δοξολογίες του και κάποιοι Πολυέλεοι, από τον Γρηγόριο τα Χερουβικά του κ.ο.κ.
Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση έχει να κάνει με τον πολύ γνωστό «Επιλύχνιο ύμνο». Το «Φως ιλαρόν». Την αργή κλασική μελωδία σε δεύτερο ήχο αντικατέστησε η ομολογουμένως επιτυχημένη σύνθεση του Ι. Σακελαρίδη. Ψάλεται  δε σε κάθε ελληνόφωνη ορθόδοξη Εκκλησία. Αξίζει να σημειωθεί ότι απόπειρες για απλοποίηση του «Φως ιλαρόν» έχουν γίνει πολλές. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την προσπάθεια του Κωνσταντίνου Πρωτοψάλτου του Βυζαντίου όταν μετά από προτροπή του Πατριάρχου συνέθεσε σύντομα «Φως ιλαρόν»  και στους 8 ήχους χωρίς όμως κανένα απ’ αυτά να «περάσει» στην ψαλτική πράξη.
Όσον αφορά δε στην άποψη ότι δεν πρέπει να ψάλλουμε στα αναλόγια άλλες συνθέσεις πέρα από τις κλασικές έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Το κλασικό είναι και σχετικό. Κάθε εποχή ονομάζει διαφορετικά μαθήματα ως κλασικά. Από την Μεταρρύθμιση των τριών Διδασκάλων στον Πατριαρχικό Ναό έψαλλαν κυρίως Πέτρο Πελοποννήσιο (Αναστασιματάριο, Σύντομο Δοξαστάριο, Ειρμολόγιο και την τετράτομη «Μουσική Πανδέκτη» του 1850. Επίσης στη Θ. Λειτουργία τα «Λειτουργικά» λέγονταν πάντοτε «χύμα» ή στον πλ. Του Δ΄. τα συνηθισμένα  και Άξιον εστίν» πάντοτε του Γρηγορίου (το συνηθισμένον  σε ήχο Β΄.)
Όπως γίνεται αντιληπτό σήμερα η παράδοση έχει αλλάξει-μέχρι ενός μικρού βαθμού, ακόμη και στον Πατριαρχικό Ναό. Πάντοτε παραμένει κλασικός ο Πέτρος αλλά εν τω μεταξύ άλλες εκδόσεις και παραλλαγές έχουν καθιερωθεί ως κλασικές. Σήμερα κυριαρχεί στους ναούς και διδάσκεται στις μουσικές σχολές το Αναστασιματάριο του Ιωάννου Πρωτοψάλτου. Ο Ιωάννης απλά «καλλωπίζει»-κατά την προσωπική του έμπνευση- το μέλος του Πέτρου και μας παραδίδει αυτό που σήμερα ονομάζουμε κλασικό «Αναστασιματάριο». Η εκδοχή του Ιωάννου «πέρασε» μεταξύ των ψαλτών και σίγουρα αποτελεί το βασικό εγχειρίδιο του σημερινού αναλογίου. Κατά την άποψή μας η απόπειρα του Ιωάννου ήταν θεμιτή και αρκούντως επιτυχημένη. Μ’ αυτή τη λογική το ίδιο δικαίωμα για «καλλωπισμό» των κλασικών μελών έχει και οποιοσδήποτε εμπνευσμένος και βαθύς γνώστης της Βυζαντινής Μουσικής. Φτάνει το πόνημά του να γίνει αποδεκτό στην ψαλτική συνείδηση και το λαϊκό αίσθημα.
Πολλές φορές  εγείρεται η ένσταση ότι ο τάδε ή ο δείνα που προβαίνει σε ανάλογους «καλλωπισμούς» απλά «κλέβει» τις κλασικές γραμμές, τις παραλλάσσει ελαφρώς και τέλος υπογράφει με το όνομά του τα μουσικά κείμενα. Μπορεί να συμβαίνει κι αυτό. Η συνθετική απόπειρα δηλαδή να έχει ταπεινά κίνητρα. Συνήθως όμως μαζί με τα «ξερά καίγονται και τα χλωρά». Πρεσβεύουμε την άποψη ότι ακόμα και μια μικρή αλλαγή σε μία θέση μπορεί να δώσει άλλη διάσταση στη μουσική. Όλα  είναι θέμα έμπνευσης και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Πολλές φορές μάς έχει συμβεί να φάμε το ίδιο φαγητό από διαφορετικό μάγειρα και εν τούτοις το ένα να είναι άνοστο και το άλλο εξαιρετικό. Έτσι συμβαίνει και με τη μουσική σύνθεση. Μπορεί ένας επιτυχημένος «καλλωπισμός» ακόμα και ενός κλασικού μαθήματος να το «απογειώσει». Μ’ αυτή τη λογική  υπέγραψε και το Αναστασιματάριό του ο Ιωάννης παρ’ ότι –κατά το περιεχόμενο- χρησιμοποιήθηκε το αντίστοιχο του Πέτρου. Αρκεί μια συγκριτική ματιά στα δύο Αναστασιματάρια για να καταλάβει κανείς το τόλμημα του Ιωάννου.
Σήμερα που η συνθετική παραγωγή είναι πλουσιότατη χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση κάθε νέας απόπειρας. Σίγουρα για έναν νέο ψάλτη το να πατά γερά πάνω στα κλασικά μαθήματα είναι ο πλέον ασφαλής δρόμος. Με την απόκτηση της ανάλογης πείρας  τότε και μόνο τότε μπορεί να πειραματισθεί και με άλλες συνθέσεις. Καλό είναι η ψαλτική τέχνη που αποτελεί ένα μέσον στη λατρεία μας για την προσέγγιση του  θείου να διέπεται από τη σεμνότητα, την απλότητα και την προσευχητική διάθεση. Ακρότητες φωνητικές και υπερφίαλες μουσικές θέσεις που γράφτηκαν πάνω στη φωνή του συνθέτη, καλό είναι να αποφεύγονται. Το αποτέλεσμα μπορεί πολλές φορές να προκαλέσει θυμηδία.
Ας ήμαστε τέλος επιφυλακτικοί στη σωρεία της μουσικής παραγωγής αλλά ας μην ρίχνουμε και τόσο εύκολα το λίθο του αναθέματος σε κάθε νέα προσπάθεια μουσικής έμπνευσης. Άλλωστε το ψαλτικό και λαϊκό κριτήριο, αυτό που σήμερα  καταδικάζουμε, μπορεί αύριο να το καταστήσει όχι μόνο δημοφιλές αλλά και «κλασικό».




[1] Συμεών Θεσσαλονίκης. « Περί της θείας προσευχής», PG 155, 156.
[2] Μέχρι και την άλωση της Θεσσαλονίκης (1423)  ο Συμεών διατηρούσε σε  ένα ναό το λεγόμενο «Ασματικό Τυπικό» το οποίο είχε διαφορετικές ακολουθίες από το Μοναχικό Τυπικό που κυριάρχησε έως  και σήμερα. Το Ασματικό τυπικό έιχε άλλες ακολουθίες και διαφορετικά υμνολογικά στοιχεία.


hm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλιο Ιστολογίου

Οι απόψεις που εκφράζονται, απηχούν την προσωπική γνώμη του εκάστοτε γράφοντος.

Γράψτε το σχόλιό σας και απλά περιμένετε λίγες ώρες μέχρι να το δείτε δημοσιευμένο.

Σχόλια που τηρούν στοιχειώδη κανόνες ευπρέπειας είναι αυτονόητο ότι αποτελούν αφορμή διαλόγου και ουδέποτε θα λογοκριθούν.

Δεν επιτρέπονται σχόλια που συκοφαντούν κάποιο πρόσωπο, που περιέχουν υβριστικούς χαρακτηρισμούς κλπ. Για τον λόγο αυτό ενεργοποιήθηκε η προ-έγκριση για να αποφευχθούν κρούσματα προσβλητικής συμπεριφοράς διότι οφείλουμε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του ιστολογίου μας.

Ανώνυμα σχόλια ή σχόλια με ψευδώνυμο ενδέχεται να διαγραφούν για την διαφύλαξη της ποιότητας. Τα σχόλια δεν είναι πεδίο στείρας αντιπαράθεσης αλλά προβληματισμού και γόνιμου διαλόγου.